Перевод: с русского на все языки

со всех языков на русский

η πρεμιέρα

См. также в других словарях:

  • πρεμιέρα — η, Ν η πρώτη παράσταση θεατρικού ή κινηματογραφικού έργου ή η πρώτη εκτέλεση μουσικής σύνθεσης, αλλ. πρώτη (α. «η πρεμιέρα τής κωμωδίας αυτής δόθηκε πέρυσι» β. «η προχθεσινή πρεμιέρα τής όπερας σημείωσε μεγάλη επιτυχία»). [ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ.… …   Dictionary of Greek

  • πρεμιέρα — η (λ. γαλλ.), η πρώτη θεατρική παράσταση ή εκτέλεση συναυλίας: Σήμερα το Κρατικό Θέατρο έχει πρεμιέρα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Duress (film) — Duress Greek theatrical poster of Duress Directed by Jordan Barker Produced by …   Wikipedia

  • Dancing on Ice (Greece) — Dancing on Ice Format Figure skating competition Created by ITV Studios Presented by Jenny Balatsinou Judges Petros Kostopoulos Elena Paparizou Alexis Kostalas …   Wikipedia

  • Mia Nihta Zoriki — Μια νύχτα ζόρικη Studio album by Paschalis Terzis Released November …   Wikipedia

  • Митропанос, Димитрис — Димитрис Митропанос Имя при рождении греч. Δημήτρης Μητροπάνος Полное имя греч. Δημ …   Википедия

  • ανεβαίνω — (AM ἀναβαίνω) 1. βαδίζω ή κινούμαι προς τα επάνω 2. επιβιβάζομαι σε μεταφορικό μέσο ή ιππεύω, καβαλικεύω άλογο, μουλάρι κ.λπ. 3. κατευθύνομαι προς τον Θεό 4. φθάνω στον νου ή στην καρδιά 5. φυτρώνω 6. (για τιμή ή αξία) αυξάνομαι 7. (για ποτάμι)… …   Dictionary of Greek

  • αστροναυτική — Επιστήμη η οποία οφείλει την ανάπτυξή της στην προσπάθεια κατάκτησης του Διαστήματος. Η α. είναι το σύνολο των θεωρητικών ερευνών και των πρακτικών εφαρμογών σχετικά με την κίνηση οχημάτων στο Διάστημα, που ξεκινούν από τη Γη, προωθούνται με… …   Dictionary of Greek

  • τυμπανοκρουσία — η, Ν 1. η κρούση τού τύμπανου, τυμπανισμός 2. μτφ. θορυβώδης και επιδεικτική διαφήμιση («η πρεμιέρα τού θεατρικού έργου έγινε με τυμπανοκρουσίες»). [ΕΤΥΜΟΛ. < τυμπανοκρούστης. Η λ. μαρτυρείται από το 1865 στον Α. Ρ. Ραγκαβή] …   Dictionary of Greek

  • Γκρίφιθ, Ντέιβιντ Γουόρκ — (David Wark Griffith, Λα Γκρανζ, Κεντάκι 1875 – Χόλιγουντ 1948). Αμερικανός σκηνοθέτης και παραγωγός του κινηματογράφου. Ηθοποιός και σεναριογράφος, πρωτοεμφανίστηκε στον κινηματογράφο ερμηνεύοντας έναν ρόλο στην ταινία του ‘Evτουιν Πόρτερ… …   Dictionary of Greek

  • Γουόρνερ, αδελφοί — (Warner brothers). Οικογένεια Καναδών επιχειρηματιών, πολωνοεβραϊκής καταγωγής. Παραγωγοί και επιχειρηματίες σε όλους τους χώρους του θεάματος και της λαϊκής κουλτούρας (κινηματογράφος, τηλεόραση, δισκογραφία, βιβλία, κόμικς κλπ.), ο Χάρι… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»